• Ισορροπία

  • Κινητοποίηση

  • Ολοκλήρωση

  • Ενσυναίσθηση

  • Χαλάρωση

  • Επαφή

Κακοποίηση

Η κακοποίηση σε όλες της τις μορφές είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο, η ακριβής συχνότητα του οποίου δεν μπορεί να είναι γνωστή καθώς ο κοινωνικός στιγματισμός, η ντροπή και η ενοχή αποτρέπουν τη γνωστοποίησή του.

Η κακοποίηση αφορά τόσο στα παιδιά, όσο και στα ενήλικα άτομα. Οι μορφές που μπορεί να πάρει είναι: α) ψυχολογική – συναισθηματική, β) λεκτική, γ) σωματική, δ) σεξουαλική κακοποίηση.

Η ψυχολογική-συναισθηματική κακοποίηση περιλαμβάνεται και σε όλες τις άλλες μορφές κακοποίησης, ενώ αναφέρεται σε πράξεις και συμπεριφορές οι οποίες εμπεριέχουν απόρριψη, εκφοβισμό, απομόνωση, τρομοκρατία, εκμετάλλευση, υποτίμηση, συναισθηματική απροσφορότητα όπως και ψυχολογικό-συναισθηματικό εκβιασμό. Πιο συγκεκριμένα κακοποιητικές είναι είναι οι συμπεριφορές που εμπεριέχουν διπλά μηνύματα, ταπείνωση, υποτίμηση δυνατοτήτων, σαρκασμό ή υπερεκτίμηση ικανοτήτων & υπερβολικές απαιτήσεις, υπερπροστασία & αυστηρό έλεγχο ή αδιαφορία, πολλή ευελιξία ή ακαμψία.

Οπωσδήποτε κακοποιητική είναι η συμπεριφορά των γονιών που εμπεριέχει παραμέληση ή κακομεταχείριση: κακή ανεπαρκή διατροφή, ένδυση & στέγαση, κακή ιατρική φροντίδα, ανεπαρκή σχολική φοίτηση & εποπτεία. Παιδιά χωρίς φροντίδα για μεγάλο χρονικό διάστημα των οποίων η υγεία τίθεται σε κίνδυνο υφίστανται κακομεταχείριση. Μια συμπεριφορά χωρίς ζεστασιά, σεβασμό, στήριξη, σταθερότητα και διαθεσιμότητα προς το παιδί είναι κακοποιητική.

Στην περίπτωση των ζευγαριών κακοποιητική είναι η συμπεριφορά που εμπεριέχει αδικαιολόγητη και απρόκλητη ζήλια, επιδίωξη ελέγχου, υποτίμηση και απαξίωση.

Η λεκτική κακοποίηση περιλαμβάνει κάθε λεκτική επίθεση που έχει σκοπό τον ψυχολογικό-συναισθηματικό χειρισμό και έλεγχο του ατόμου. εκτός από τις ίδιες λέξεις κακοποιητικό είναι και το αυστηρό, απειλητικό ή πολύ ελεγκτικό ύφος που υιοθετεί το άτομο όταν επικοινωνεί με τον άλλο.

Στην περίπτωση των παιδιών συχνά οι φωνές και οι απειλές αποτελούν τρόπο υποτιθέμενης διαπαιδαγώγησης.

Η σωματική κακοποίηση περιλαμβάνει κάθε πράξη η οποία καταλήγει σε μη τυχαίο τραυματισμό του άλλου.

Στην περίπτωση των παιδιών μάλιστα συχνά θεωρείται, λανθασμένα, φυσικά, τρόπος επιβολής πειθαρχίας.

Η σεξουαλική κακοποίηση περιλαμβάνει την έκθεση ή τη συμμετοχή σε συμπεριφορές σεξουαλικού περιεχομένου χωρίς την προσωπική βούληση με στόχο τη σεξουαλική διέγερση ή ευχαρίστηση κάποιου άλλου.

Για τις περιπτώσεις της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης ο θύτης είναι συνήθως κάποιο άτομο με το οποίο συνήθως το παιδί έχει σχέση εξάρτησης ή εμπιστοσύνης.

Στις ενήλικες σχέσεις ο θύτης συνήθως έχει μεγαλύτερη ισχύ (υλική, οικονομική, μυϊκή ή συναισθηματική).

Ντροπή

Η ντροπή είναι ένα βαθύ συναίσθημα ότι το άτομο είναι βρώμικο, μικρό -με την έννοια της υποτίμησης- και όχι αρκετά ικανό, βιώνει συναισθήματα αναξιότητας και αδυναμίας και για το λόγο αυτό θέλει να κρυφτεί. Σε κάθε περίπτωση το συναίσθημα της ντροπής ειδοποιεί το άτομο πως αυτό που συμβαίνει δεν συμφωνεί με τον ηθικό κώδικα αξιών του. Πολύ συχνά τα θύματα κακοποίησης κατηγορούν τον εαυτό τους για το γεγονός που τους συνέβη. Υπάρχουν δύο μορφές αυτοκατηγορίας: η συμπεριφορική και η χαρακτηρολογική. Ως συμπεριφορική αυτοκατηγορία θεωρείται η αναφορά των θυμάτων ότι κάτι κακό έκαναν τα ίδια, οπότε η συμπεριφορά του θύτη έρχεται ως αποτέλεσμα της δικής τους συμπεριφοράς, πιστεύουν ότι ενδεχομένως θα έπρεπε να είχαν κάνει κάτι διαφορετικό, έτσι νιώθουν ενοχές. Ως χαρατηρολογική αυτοκατηγορία θεωρείται η αντίληψη των θυμάτων ότι κάτι πάει στραβά με τους ίδιους, έτσι τους αξίζει με κάποιο τρόπο να τους συμπεριφέρονται υποτιμητικά-κακοποιητικά.

Πρόκειται για ένα μηχανισμό αποφυγής που εμποδίζει το άτομο να αντιμετωπίσει την κατάσταση σε όλες της τις διαστάσεις. Αυτή η αυτοκατηγορία τροφοδοτεί και το συναίσθημα της ενοχής και της ντροπής οι οποίες γίνονται εμπόδιο στο να διαχειριστεί τα συναισθήματά του και να ζητήσει στήριξη ώστε να ξεπεράσει το κακοποιητικό γεγονός. Βιώνονται συναισθήματα ενοχής και αυτοκατηγορίας από το θύμα για πράγματα που έκανε ή δεν έκανε: “αν δεν ήμουν εκεί”, “αν δε φορούσα αυτό το φόρεμα”, “αν δεν είχα μείνει μόνη μαζί του”. Και τα παιδιά βάζουν σε λειτουργία αυτό το μηχανισμό: “δεν είμαι καλό παιδί”, “αν δεν είχα σπάσει το βάζο”, “αν δεν τον προκαλούσα”. Αναλαμβάνει την ευθύνη του γεγονότος και πονάει λιγότερο βραχυπρόθεσμα καθώς το διαχειρίζεται μόνο/η του, ντρέπεται να το πει και στον περίγυρό του μήπως τον/την ξανακατηγορήσουν, μένει με τις ενοχές, την ντροπή και τη σιωπή του/της. Η σιωπηλή διαχείριση της κακοποίησης έχει λιγότερη έκθεση και περισσότερο εσωτερικό πόνο καθώς οι αυτο- κατηγορίες μπλοκάρουν την αλληλεπίδραση και την επαφή με τους άλλους ανθρώπους και έτσι έρχονται είτε η μοναξιά, είτε η υπερβολική σεξουαλική δραστηριότητα αναζητώντας αγάπη και επιβεβαίωση, όμως με έναν τρόπο απαξιωμένο-απαξιωτικό, αλλοτριωμένο και αρκετά χειριστικό.

Ενοχή και ντροπή: δυο συναισθήματα τόσο κοντινά και τόσο διαφορετικά! Η ενοχή αναφέρεται σε κάτι που δεν πήγε καλά, σε μια παράλειψη ή μια αστοχία, σε μια πράξη που κάποιος έκανε ή δεν έκανε. Σε κάθε περίπτωση προσβάλλει ένα μέρος του εαυτού, δεν ακυρώνει το σύνολο του εαυτού και για το λόγο αυτό είναι πιο εύκολα διαχειρίσιμη από την ντροπή. Η ντροπή από την άλλη είναι ένα πολύ επίπονο συναίσθημα, ότι κάποιος έκανε ή υπέστη κάτι πολύ οδυνηρό. Ως συναίσθημα διαρκεί περισσότερο από την ενοχή και για το λόγο αυτό είναι και πιο επικίνδυνο. Δεν αναφέρεται σε μια πράξη του εαυτού αλλά βιώνονται απαξιωτικά συναισθήματα που αναφέρονται στο σύνολο του εαυτού. Ο εαυτός γίνεται βρώμικος, μικρός, ανύμπορος, απαξιωμένος, θέλει να φύγει, να κρυφτεί, να ξεχάσει, να μην το πει, να μην τον δει κανείς, απλώς να εξαφανιστεί η μνήμη και ο ίδιος. Η ντροπή καθρεφτίζεται στα μάτια, το βλέμμα χαμηλώνει, γίνεται ένοχο και φωνάζει πως φοβάται μην το δουν, οι ώμοι χαμηλώνουν, το παράστημα γίνεται σκυφτό, η φωνή δεν ακούγεται, ο εαυτός θέλει να κρυφτεί και όσο το θέλει τόσο αυτό γίνεται εμπόδιο στην επαφή και έρχεται η μοναξιά, μια απέραντη ένοχη μοναξιά που αν είχε φωνή θα έλεγε: “πονάω”. Το θύμα βιώνει τα δικά του συναισθήματα και τα συναισθήματα του θύτη, καταπίνει και τη δική του ντροπή και φοβάται μην τον δουν, μην τον ακούσουν, μην το μάθουν…

Το συναίσθημα της ντροπής δημιουργεί στο άτομο συναισθήματα αναξιότητας και την πίστη ότι φταίει για όλα όσα συμβαίνουν γύρω του, αναλαμβάνει την ευθύνη όλου του κόσμου και βλέπει τα πάντα μέσα από ένα φίλτρο ντροπής. Έτσι δεν μπορεί να ακούσει καθαρά τα λόγια του άλλου, ενώ ακούει πολύ συχνά μέσα από τα λόγια των άλλων κριτική απέναντι στην οποία το άτομο γίνεται πολύ επιθετικό, έτσι γίνεται ανίκανο να ακούσει τη διαοφρετικότητα του άλλου. Έχει έντονο το φόβο της απόρριψης. Οδηγείται στη μοναξιά και την απομόνωση. Αναπτύσσει έντονα φόβο για την ουσιαστική επαφή. Δεν μπορεί να ακούσει τις πραγματικές του ανάγκες. Αναπτύσσει αυτο-καταστροφικές συμπεριφορές και αρνητικές-υποτιμητικές ιδέες για τον εαυτό του. Συχνά βιώνονται συνασθήματα βαθιάς θλίψης και ένα ιδιαίτερο πάγωμα στην προσπάθεια να κρατηθούν μέσα όλα τα συναισθήματα ώστε να μην πονά, μα ιδιαίτερα το συναίσθημα του θυμού ώστε να μην αντιδρά.

Βάσια Ιγνατίου Καραμανώλη

Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια Gestalt

Βάσια Ιγνατίου Καραμανώλη

Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια / Επίκουρος Καθηγήτρια / Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων
Τηλέφωνο: 2114 093999
Κινητό: 6977 699988
vaskar3@yahoo.com
Copyright: www.psyxotherapeia.gr & www.psuxotherapeia.gr